“Ξέρεις τι θα θυμάται ο κόσμος για μένα; Θα λένε: “Αυτός κοιμόταν με την Μαρία Κάλας. Αυτός κοιμόταν με την Ζακλίν Κένεντι. Και αυτός την έφερνε άσχημα στους πλούσιους”, αυτά ομολογεί στο τέλος της ζωής του ο θρυλικός Έλληνας μεγιστάνας Αριστοτέλης Ωνάσης σε έναν από τους πιο στενούς του συμβούλους.
Αν όχι στ’ αλήθεια, σίγουρα το λέει στο θεατρικό έργο του Martin Sherman "Onassis", το οποίο αυτή τη σεζόν θα μπορούσε να δει κανείς στο «Novello Theatre» του Λονδίνου. Το έργο βασίζεται στο σκανδαλώδες βιβλίο του Peter Evans “Nemesis”, που κυκλοφόρησε το 2005, στο οποίο ο συγγραφέας εξετάζει την πιθανότητα ο Ωνάσης να έχει πληρώσει ο ίδιος για τη δολοφονία του Ρόμπερτ Κένεντι. Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι ο Κένεντι δεν του επέτρεπε να πραγματοποιήσει μια συμφέρουσα συναλλαγή με τους Άραβες, και για το λόγο αυτό πλήρωσε τους Παλαιστίνιους εταίρους του να τον απομακρύνουν. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, στην ουσία η σύζυγος του Ωνάση - Τίνα Λιβανού - αποκάλυψε τα σχέδιά του στον εραστή της, τον μεγαλύτερο αντίπαλό του, τον Σταύρο Νιάρχο, ο οποίος τα ματαίωσε.
Χρησιμοποιώντας τα μέσα του ντοκιμαντέρ, χωρίς να έχει τη φιλοδοξία να είναι ντοκιμαντέρ, το έργο του Martin Sherman εστιάζεται στα τελευταία 12 χρόνια της ζωής του δισεκατομμυριούχου και τις σχέσεις του με τις γυναίκες. Από το έργο λείπουν σημαντικά πρόσωπα στη ζωή του Ωνάση, όπως για παράδειγμα η κόρη του Χριστίνα και η πρώτη του σύζυγος Τίνα Λιβανού, για να μπορέσει ο συγγραφέας να συγκεντρωθεί κυρίως στη σχέση του Αριστοτέλη με την Ζακλίν και τον αγώνα να επικρατήσει ο ένας πάνω στον άλλο.
“Όταν ήμουν 16 χρονών, για να εξασφαλίσω τροφή στην οικογένειά μου, έπρεπε να με πάρει ένας Τούρκος στρατιώτης. Τότε κατάλαβα τι νιώθει η γυναίκα, όταν την παίρνουν. Ξέρω τι να προσφέρω στις γυναίκες στο κρεβάτι. Αν δε με πιστεύεις, ρώτα την αδελφή σου”, αυτό φαίνεται να είπε ο Αριστοτέλης Ωνάσης στο πρώτο του ραντεβού με την Ζακλίν Κένεντι. Ήταν ακόμη η πρώτη κυρία της Αμερικής, μόλις είχε κάνει αποβολή, και ανάρρωνε στο πολυτελές γιωτ του. Αν και στην αρχή σοκάρισε με την αμεσότητά του τη Ζακλίν, ο άντρας αυτός, που διέφερε έντονα από τους άντρες του περιβάλλοντός της, προφανώς προκάλεσε το ενδιαφέρον της. Ο Αριστοτέλης τόλμησε να την αντιμετωπίσει σαν γυναίκα, σαν αντικείμενο της σεξουαλικής επιθυμίας, χωρίς να τον ενδιαφέρει ποιανού σύζυγος ήταν αυτή τη στιγμή και ποια ήταν η κοινωνική της θέση. Αν κρίνουμε από την ιστορία, η τακτική αυτή απεδείχθη κερδοφόρα.
Οι σχέσεις μεταξύ των δύο εραστών, και στη συνέχεια συζύγων, αποτελούν το κεντρικό σημείο του θεατρικού έργου, η υπόθεση του οποίου εξελίσσεται όχι μόνο στο περίφημο γιωτ του Ωνάση, αλλά και στο ιδιωτικό του νησί Σκορπιό, όπου το ζευγάρι παντρεύτηκε, και στον Λευκό Οίκο, όπου ο εφοπλιστής ήταν ειδικός προσκεκλημένος στην κηδεία του Τζον Κένεντι. Το πάθος για εξουσία πάνω στον άλλο, που στην αρχή είχε διεγείρει τα πρωτόγονα ένστικτα και των δύο αυταρχικών εραστών, σιγά σιγά μετατράπηκε σε πλήξη, χωρίς κανένα ερωτισμό, σε μια σαρκαστική ανεκτικότητα μεταξύ του κουρασμένου από την ανία συζύγου και της συζύγου χωρίς ηθικούς φραγμούς που σπαταλούσε τεράστια ποσά για ρούχα.
Με μεγάλη μεθοδικότητα ο Sherman δημιουργεί την εικόνα ενός κυνικού Ωνάση, με μια έντονα καταναλωτική στάση απέναντι στο ασθενές φύλο, η ζωτική ενέργεια του οποίου έχει συγκεντρωθεί εξολοκλήρου στο να κατακτεί διάσημες γυναίκες. Το ότι έκανε χρήματα αποτελεί ένα γεγονός, γνωστό σε όλους, το οποίο δεν απασχολεί τον συγγραφέα. Είναι δύσκολο να πει κανείς, ότι ο δισεκατομμυριούχος, για τον οποίο η παγκόσμια λογοτεχνία εξαντλούνταν με τον Όμηρο, ενώ τα μουσικά γούστα του δεν έφταναν πιο μακριά από το ρεμπέτικο, θα μπορούσε να εκτιμήσει την τέχνη της Μαρία Κάλλας. Για τον Ωνάση η Μαρία υπήρξε η ντίβα της όπερας, η οποία αφ’ ενός έλειπε στη συλλογή του από διάσημες ερωμένες, αφ’ ετέρου έδινε μια πνευματική γεύση στην παρέα των κοσμικών διασημοτήτων χωρίς περιεχόμενο, με τις οποίες είχε περικυκλωθεί ο ήρωας. Με τον ίδιο τρόπο για τον Ωνάση η Ζακλίν Κένεντι αποτελούσε το σύμβολο της ανώτατης αμερικανικής τάξης, η οποία δεν τον είχε δεχτεί ποτέ με ιδιαίτερη ειλικρίνεια, ενώ η κατάκτησή της ήταν η επόμενη νίκη επί του επόμενου αντιπάλου.
Η ιστορία στο “Onassis” διηγήθηκε εντελώς στο πνεύμα των αρχαίων ελληνικών λογοτεχνικών παραδόσεων. Ο ρόλος των αφηγητών έχει ανατεθεί στους οικονομικούς συμβούλους του Αριστοτέλη, οι οποίοι είναι τα πιο έμπιστα πρόσωπά του, οι πιο στενοί φίλοι του, βέβαια έναντι αμοιβής. Οι μόνοι που εξακολουθούσαν να τον ανέχονται ως το τέλος της ζωής του. Η περιληπτική τους εικόνα είναι πληρωμένων υποκριτών, που είναι έτοιμοι να κάνουν τα πάντα για να κάνουν το χατίρι του ιδιότροπου εργοδότη τους.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός, ότι το Ίδρυμα Αλέξανδρος Ωνάσης της Αθήνας, στο διοικητικό συμβούλιο του οποίου εργάζονται οι απόγονοι των πραγματικών οικονομικών συνεργατών του Ωνάσση, δεν άργησε να αντιδράσει και σε μια επίσημη δήλωση τόνισε ότι το βιβλίο του Evans αποτελεί λογοτεχνικό έργο, και όχι βιογραφικό. «Είναι έκπληξη για μένα το ότι οι επιχειρηματίες του Ιδρύματος Αλέξανδρος Ωνάση χρειάστηκαν 5 χρόνια, για να διαπιστώσουν το γεγονός αυτό», ήταν το λακωνικό σχόλιο του Peter Evans.
Όπως σε κάθε αρχαίο ελληνικό δράμα, έτσι και στο “Onassis” υπάρχει χορωδία, στην συγκεκριμένη περίπτωση ένα ρεμπέτικο συγκρότημα με μπουζούκια και χορούς, το οποίο με τους επίτηδες ελεεινούς ήχους του μιλάει για το γούστο και τις προτιμήσεις του κεντρικού ήρωα. Τα άψογα σκηνικά με την απλή τους γραμμή και το μινιμαλιστικό στυλ τους μεταφέρουν τον θεατή από την Ελλάδα στην Ουάσιγκτον, ύστερα σε κρουαζιέρες, ενώ για την ατμόσφαιρα της διήγησης συμβάλλουν και τα κατάλληλα οπτικο-ακουστικά εφέ.
Η παράσταση παιζόταν όλη τη σεζόν στην κατάμεστη αίθουσα του «Novello Theatre», παρά τις επιφυλακτικές εκτιμήσεις της αυστηρής αγγλικής θεατρικής κριτικής. Αναμφισβήτητα στην επιτυχία της παράστασης συνέβαλαν οι εξαιρετικοί ηθοποιοί. Ο Ρόμπερτ Λίντσεϊ είναι καταπληκτικός στον ρόλο του Αριστοτέλη Ωνάση. Ένα από τα πιο δημοφιλή πρόσωπα της σύγχρονης αγγλικής θεατρικής και κινηματογραφικής σκηνής, κάτοχος των πιο έγκριτων βρετανικών βραβείων BAFTA και Tony, έχει μάθει τέλεια τη γλώσσα του σώματος, τους τρόπους συμπεριφοράς και τη διεθνή προφορά του θρυλικού Έλληνα μεγιστάνα. Ο θεατής πιστεύει ενστικτωδώς στον Ωνάση του – χωρίς ηθικούς φραγμούς, κυνικό, η φιλοσοφία του οποίου είναι «Απλώνω το χέρι για να πάρω ό,τι θέλω», και ο οποίος παρ’ όλα τα χρήματά του πεθαίνει μοναχός και δυστυχισμένος.
Το ίδιο πειστική είναι και η Λίντια Λεονάρντ στο ρόλο της Ζακλίν Κένεντι, και αυτή αυταρχική και χωρίς ηθικούς φραγμούς, με διαφορετικό τρόπο όμως. Και εδώ η οπτική ομοιότητα και η μίμηση της προφοράς και της φωνής της πρώτης κυρίας της Αμερικής είναι εντυπωσιακή. Μικρότερος, αλλά το ίδιο καλαίσθητος, είναι και ο ρόλος της Άνα Φρανκολίνη, η οποία υποδύθηκε τη Μαρία Κάλλας.
Η σεζόν του “Onassis” στο West End του Λονδίνου τελειώνει στις 8 Ιανουαρίου του 2011, και μάλλον δε θα παιχτεί μετά από αυτή την ημερομηνία. Βέβαια, η παράσταση θα μπορούσε να φιλοξενηθεί στην Αθήνα, την Ουάσιγκτον ή τη Βοστόνη, το Ίδρυμα Αλέξανδρος Ωνάσης όμως μάλλον δε θα το επιτρέψει. Όσον αφορά την ιστορική αλήθεια – χμ, αν το Wikileaks υπήρχε 40 χρόνια πριν, θα την ξέραμε οπωσδήποτε. Η αλήθεια είναι, ότι οι ήρωες του Martin Sherman είναι αρκετά πειστικοί, και το ίδιο σκανδαλώδεις και προκλητικοί, όσο και ο ίδιος ο Αριστοτέλης Ωνάσης.
Tags: Αριστοτέλης Ωνάσης θεατρικό έργο Martin Sherman Onassis Novello Theatre
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ!
Το περιεχόμενο του GRReporter φτάνει σε σας δωρεάν 7 ημέρες την εβδομάδα. Δημιουργείται από μια ομάδα επαγγελματιών δημοσιογράφων, μεταφραστών, φωτογράφων, εικονοληπτών, ειδικών λογισμικού, γραφικών σχεδιαστών. Αν σας αρέσει η δουλειά μας και την παρακολουθείτε, σκεφτείτε μήπως θα θέλατε να μας υποστηρίξετε οικονομικά με ποσό που επιθυμείτε.
Μπορείτε να μας βοηθήσετε και με εφάπαξ αποστολή οποιουδήποτε ποσού: