The Best of GRReporter
flag_bg flag_gr flag_gb

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα "Πλιάτσικο" του Γκεοργκι Γκροζντεβ

21 Οκτώβριος 2015 / 10:10:29  GRReporter
39858 αναγνώσεις

     Θα περπατάει κρυμμένος απ’ όλους. Πια το κάνει συχνά. Μόλις το δειλινό προβεί στο τσαρδάκι, ο Μομόγερος θα την αγκαλιάσει με θαυμασμό. Τριγυρνάει στο χωριό. Σταματάει μπροστά στη δημαρχεία, στο σχολείο. Παντού υπογράφει με αίμα.

     Μέχρι πότε θα είναι στο χωριό με την γιατρό Μπίζεβα; Τα τσιγάρα τους έχουν τελειώσει. Θα υπάρχει καινούργια παρτίδα τους καθησυχάζει εκείνος ο πελώριος κυνηγός. Αυτός ποτέ δεν αποχωρίζεται το όπλο του και το σκυλί του. Κατεβαίνει αθόρυβα από τα ψηλά. Εμφανίζεται σαν φάντασμα πίσω απ’ την πλάτη.

     Θα περάσουν εκεί τον χειμώνα; Μόνο να βρούνε καυσόξυλα. Κάτω απ’ τα υπόστεγα όλων των σπιτιών υπάρχουν αρκετά. Που είναι μαζεμένα τα πιο πολλά; Η καινούργια του σκέψη τον παρασύρει. Ο Μομόγερος ελέγχει παντού.

     … Στον φωτεινό σηματοδότη περάσανε όπως, όπως στο αντίθετο τρένο. Την τράβηξε δυνατά. Το κουρελιασμένο φουστάνι της ανέμισε πάνω απ’ το βαγόνι σαν σημαία. Τους έλκυε η μεγάλη πόλη. Όπως τώρα το χωριό. Χωρίς τους κάδους των σκουπιδιών στην πόλη είναι χαμένοι. Τον χειμώνα ψάχνανε τις μάντρες των ανθρώπων, όπως κάνουν τα αγρίμια. Να κλέψουν λίγη ζεστασιά, να αρπάξουν κάτι φαγώσιμο.

     Ο χειμώνας είναι μακριά. Ο Μομόγερος ήδη έχει σημειώσει και δεν θα ξεχάσει να επιστρέψει στο δικό του το χωριό. Μόνο εκεί μπορείς να περπατάς στο καλντερίμι, όπως σε έχει γεννήσει η μάνα σου. Μόνο εκεί μπορείς να είσαι πρόεδρος, δάσκαλος, διευθυντής, αστυνομικός και κάτοικος μαζί.

     Αρχίζει ο άνθρωπος να ονειρεύεται. Σκέφτεται – χρειάζονται εφόδια. Εκτός από καυσόξυλα θα χρειαστεί και τροφή.

      Αυτή κολλάει  φύλο από λουλούδι πάνω στο κομμένο μέρος του χεριού της. Ξαπλώνει ανάσκελα στην ταράτσα. Απορροφάει διψασμένη τον ουρανό.

     Πριν συναντήσει τον Μομόγερο τριγύρναγε για μεγάλο χρονικό διάστημα από δω κι από κει. Την είχανε βιάσει  στο πάρκο, μερικά μέτρα έξω απ’ το σπίτι της. Παράτησε τη δουλειά της.

     Μάζεψε τα πράγματά της σε μια βαλίτσα. Μ’ αυτήν πήγαινε σε  διάφορα γραφεία εφημερίδων.

     - Μπορώ να κάνω τα πάντα από το Α, ως το Ω. έλεγε. - Γνωρίζω αγγλικά και ρώσικα.

     Της απαντούσαν τυπικά:

     - Αφήστε όνομα και διεύθυνση. Ίσως αργότερα.

     Έπιανε πως την λυπόνται  και πως την είχαν αποκαλύψει.

     Μερικές φορές την ρώταγαν:

     - Που πάτε;

     - Θα ταξιδέψω. απαντούσε ψύχραιμα.

     Την άλλη μέρα ξαναρχότανε:

     - Έχετε ελεύθερες θέσεις. Μπορώ να κάνω τα πάντα από το Α ως το Ω. Γνωρίζω αγγλικά και ρώσικα.

     Μετά βουβάθηκε. Παρουσιαζότανε ξαφνικά στον πεζόδρομο με κιτρινισμένο το πρόσωπο. Κουβαλούσε ακόμη πιο γεμάτη και μεγάλη βαλίτσα. Μόλις την έσερνε. Τριγυρνούσε μόνο για να μην βρίσκεται στο σπίτι. Πότε την μαζεύανε στα νοσοκομεία, πότε την αφήνανε.

     Από τότε που βρεθήκανε με τον Μομόγερο έχασε την βαλίτσα της.

     Θα την ψάξει. Μακάρι να την βρει. Που να την αναζητήσει  στο άγνωστο χωριό.

     Η Σιωπηλή είχε δει την λάμψη όταν έγερνε προς το δειλινό. Ήταν τα κιάλια του Κέμπο. Πάγωσε ολόκληρη. Το φίδι που κοιμότανε  ξύπνησε.

    Με τη σειρά του ο Κέμπο είχε πιάσει αντανάκλαση από κάνες. Δεν ήξερε πως εκτός από τον ανηφορικό δρόμο για τα τζιπ, υπήρχε και μονοπάτι στο απόκρημνο. Από το μονοπάτι αυτό κατεβαίνανε από το εκτροφείο στο χωριό. Παρακολουθούσε τον ύπνο της Σιωπηλής. Επίσης την βόλτα του γυμνού άντρα. Στο χωριό κάτι είχε  αλλάξει. Η φωλιά του πια δε βρισκότανε σε σίγουρο μέρος.

     Το Ελάφι έσπασε το χέρι του Κέμπο. Μετά από καιρό επέστρεψε. Ήταν ακόμη πιο επιφυλακτικός. Μήπως τον είχε καρφώσει το πυροβολημένο τζιπ; Μήπως η ανάσα της αστυνομίας  έκαιγε πια πίσω στο σβέρκο του;

     Τότε δεν είχε πετύχει. Μπόρεσε να ξεφύγει με τις στερνές του δυνάμεις μπουσουλώντας στα τέσσερα.

     Τα ξεκαθάρισε με τον εαυτό του. Ήθελε να σκοτώσει το Ελάφι για να το εκδικηθεί. Κι ας ήταν ζώο. Η αφοσίωσή του στην Ελαφίνα τον ενοχλούσε.

     Αν κάποιος από τους παλιάτσους στο χωριό τύχαινε να μπει στη δίοπτρά του, πάει να πει πως ήταν άτυχος.

     Προς το παρόν βρίσκονταν έξω απ’ το βεληνεκές του.

 

   4.

      Το Ελάφι που πάντα έρχεται ρουθούνισε. Αισθάνθηκε τη μυρωδιά. Κοίταξε γύρω του. Έτρεξε πίσω στο σκοτεινό δάσος. Ήταν κουρασμένο. Ερχόταν από μακριά. Ονειρευόταν την πηγή.

    Ο Κέμπο το διαισθάνθηκε. Κάτι κινούταν δίπλα στο πηγάδι. Με τα κιάλια νυχτερινής όρασης διέκρινε τη μάζα της αρκούδας. Το ζώο έσκυψε να πιει νερό. Σηκώθηκε με τον ώμο προς αυτόν Αργούσε. Μετά κατανόησε:

     - Αυτή έδιωξε το Ελάφι.

     Δεν είχε προετοιμαστεί για τέτοιο κυνήγι. Η αρκούδα όμως ήταν ελκυστικός στόχος. Δεν  δίσταζε και πολύ. Ήδη αρκετή ώρα παραμόνευε. Αποφάσισε να περιμένει όλη τη νύχτα. Δέθηκε για το κλωνάρι με σκοινί. Δεν το αποχωριζότανε ποτέ στις εισβολές του. Ήταν αόρατος κι απρόσιτος.  Ακόμη και λαβωμένη, η αρκούδα δεν θα μπορούσε να τον φτάσει. Η απόσταση μεταξύ τους ήταν στα εκατό μέτρα ευθεία γραμμή.

     Η ακτίνα φώτισε το μέτωπό της. Το ζώο σαν να το περίμενε. Γρήγορα γύρισε με το στήθος προς το φως. Ιδανικός στόχος. Γυρίζοντας σήκωσε το μπροστινό άκρο. Κάτι κρατούσε εκεί. Ήταν σίγουρος πως δεν θα του ξέφευγε. Την περιεργαζόταν ένα – δυο δευτερόλεπτα.

Tags: Κλινική στον τρίτο όροφο σειρά μικρή οθόνη
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ!
Το περιεχόμενο του GRReporter φτάνει σε σας δωρεάν 7 ημέρες την εβδομάδα. Δημιουργείται από μια ομάδα επαγγελματιών δημοσιογράφων, μεταφραστών, φωτογράφων, εικονοληπτών, ειδικών λογισμικού, γραφικών σχεδιαστών. Αν σας αρέσει η δουλειά μας και την παρακολουθείτε, σκεφτείτε μήπως θα θέλατε να μας υποστηρίξετε οικονομικά με ποσό που επιθυμείτε.
Subscription
Μπορείτε να μας βοηθήσετε και με εφάπαξ αποστολή οποιουδήποτε ποσού:
blog comments powered by Disqus