Φωτογραφίες: Πολίνα Σπαρτιάνοβα
Πολίνα Σπαρτιάνοβα
Το πρώτο και πιο πλούσιο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στα Βαλκάνια είναι το Εθνικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βουλγαρικής Ακαδημίας Επιστημών στη Σόφια. Σε αυτό μπορεί να δει κανείς πάνω από ένα εκατομμύριο εκθέματα – ταριχευμένα ζώα, αποξηραμένα φυτά και ορυκτά που παρουσιάζουν την έμψυχη και την άψυχη φύση στη Βουλγαρία και το εξωτερικό. Στις εκθέσεις του παλιότερου βουλγαρικού μουσείου περιλαμβάνονται πάνω από 400 είδη θηλαστικών, πάνω από 12.000 είδη πουλιών, πολλά είδη αμφιβίων και ερπετών, εκατοντάδες χιλιάδες έντομα και άλλα ασπόνδυλα, καθώς και πλήθος από θραύσματα οστών διάφορων βιολογικών ειδών.
Το Εθνικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας ιδρύθηκε το 1889 από τον πρίγκιπα Φερδινάνδο Α’ που ήταν αρχηγός του βουλγαρικού κράτους από το 1887 έως το 1918. Αρχικά στο μουσείο είχε εκτεθεί η προσωπική συλλογή από πεταλούδες, πτηνά και θηλαστικά του Βούλγαρου μονάρχη που υπήρξε ένθερμος οπαδός της βοτανολογίας, εντομολόγος και συλλέκτης γραμματοσήμων. Στη διάρκεια 30 ετών ο Φερδινάνδος Α’ συντηρούσε το μουσείο με προσωπικά του χρήματα και συμπλήρωνε τις συλλογές του με σπάνια είδη ζώων από διάφορες ηπείρους. Χάρη στις ανακαλύψεις νέων ειδών πεταλούδων και φυτών που είχε κάνει, ο Φερδινάνδος είχε εκλεγεί μέλος πολλών επιστημονικών συλλόγων στην Ευρώπη, καθώς και επίτιμο μέλος της Γερμανικής Ορνιθολογικής Εταιρείας.
Το μουσείο όμως αναπτύχθηκε πιο δυναμικά υπό τη διεύθυνση του Δρ. Ιβάν Μπούρες, ο οποίος υπήρξε διευθυντής του από το 1914 έως το 1959, όταν διοργανώνονταν πολλές αποστολές σε όλα τα βουλγαρικά βουνά και σε όλες τις βαλκανικές χώρες για τον εμπλουτισμό των συλλογών του μουσείου. Εκείνη την περίοδο ανακαλύφθηκαν πολλά νέα είδη ζώων και φυτών που μέχρι τότε δεν αποτελούσαν αντικείμενο των ανθρώπινων μελετών, και με τον τρόπο αυτό το Εθνικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας μετατράπηκε σε βασικό θεσμό ερευνών των φυσικών επιστημών στη Βουλγαρία.
Σήμερα οι εκθέσεις έχουν τοποθετηθεί σε ένα τετραώροφο κτήριο στο κέντρο της Σόφιας και οι επισκέπτες μπορούν να δουν από κοντά κάθε στοιχείο της έμψυχης και της άψυχης φύσης εντός και εκτός της Βουλγαρίας.
Το πρώτο μέρος της επιστημονικής έκθεσης είναι αφιερωμένο στα ορυκτά και την ορυκτολογία, καθώς και στην διαδικασία δημιουργίας των ορυκτών. Εδώ οι βιτρίνες είναι ολοκαίνουργιες και καλά συντηρημένες σε αντίθεση με το μεγαλύτερο υπόλοιπο μέρος του Εθνικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας.
Στο δεύτερο μέρος έχουν εκτεθεί ταριχευμένα πτηνά και μακέτες αμφιβίων, ψαριών, απολιθωμάτων κτλ. Στην αίθουσα με τα πτηνά οι επισκέπτες μπορούν να δουν σχεδόν όλα τα είδη πτηνών που υπάρχουν σήμερα τόσο στη Βουλγαρία, όσο και στον κόσμο. Ένα μεγάλο μέρος των πουλιών όμως είναι ξεθωριασμένα ή γεμάτα σκόνη λόγω κακής συντήρησης. Ρώτησα την διεύθυνση του μουσείου γιατί αυτή η τόσο πολύτιμη συλλογή η οποία περιλαμβάνει και τον Παπαγάλο της Καρολίνας, που έχει εξαφανιστεί από τις αρχές του 20ουαιώνα, δεν συντηρείται καθώς πρέπει, και μου απάντησαν ότι ο λόγος είναι το ανεπαρκές προσωπικό. Παρ’ όλα αυτά η ερώτησή μου έμεινε αναπάντητη, διότι ενώ περιηγούμουν στο τελευταίο μέρος του μουσείου και βρισκόμουν στην αίθουσα με τα έντομα, είδα πώς μια από τις υπαλλήλους «φρόντιζε» τα εκθέματα με τα πόδια ανεβασμένα στο τραπέζι και μιλώντας στο κινητό.
Ένα μεγάλο μέρος των βουλγαρικών και ξένων αμφιβίων που εκτίθενται στο μουσείο έχουν τοποθετηθεί σε γυάλινα δοχεία, υπάρχουν όμως και μακέτες των μεγαλύτερων ειδών ψαριών. Τα δείγματα μερικών αμφιβίων ίσως φαίνονταν ενυπωσιακά πριν από 20-30 χρόνια, σήμερα όμως μοιάζουν περισσότερο με απομίμηση, στόχος της οποίας είναι να ικανοποιήσει την περιέργεια των μικρότερων επισκεπτών του μουσείου. Στην αίθουσα „Ιχθείς” μπορεί να δει κανείς τα διάφορα είδη ψαριών που συναντιούνται στους ποταμούς και τις λίμνες της Βουλγαρίας, αλλά και ψάρια χαρακτηριστικά για τη Μαύρη θάλασσα. Στη συλλογή υπάρχουν ψάρια από τη Μεσόγειο και την Ερυθρά θάλασσα, καθώς και διάφορα είδη μαλακίων.
Το τρίτο μέρος του μουσείου είναι αφιερωμένο εξολοκλήρου στα θηλαστικά και εκεί παρουσιάζονται οι διάφορες ομάδες των πρωτευόντων, των σαρκοφάγων, των οπληφόρων και πολλών άλλων ζώων σχεδόν από όλες τις ηπείρους του κόσμου. Στην αίθουσα αυτή τα εκθέματα συντηρούνται σχετικά καλά και χαίρουν μεγάλου ενδιαφέροντος των επισκεπτών. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα θηλαστικά είναι η αρκούδα ύψους δύο μέτρων από το βουνό Ρίλα η οποία το 1937 κέρδισε το χρυσό βραβείο μεγαλύτερης αρκούσας στην Διεθνή Έκθεση Κυνηγιού του Βερολίνου. Στην αίθουσα αυτή του μουσείου βρίσκεται και το νεότερο έκθεμά του – μια τίγρη της Σιβηρίας, που είναι το μεγαλύτερο υποείδος της τίγρης, και ταυτόχρονα το μεγαλύτερο αιλουροειδές. Το είδος απειλείται με εξαφάνιση και για το λόγο αυτό από το Εθνικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας κατέβαλαν απίστευτες προσπάθειες προκεμένου να αποκτήσουν το συγκεκριμένο έκθεμα.