The Best of GRReporter
flag_bg flag_gr flag_gb

O Κυριάκος Αργυρόπουλος: Το όνειρό μου είναι να κάνω ένα διαφορετικό θέατρο

24 Ιούλιος 2010 / 20:07:14  GRReporter
7084 αναγνώσεις

O Κυριάκος Αργυρόπουλος είναι σκηνοθέτης και παραγωγός παραστάσεων για το κουκλοθέατρο. Έχει ανεβάσει πάνω από 60 έργα στη θεατρική σκηνή της Σόφια, Βάρνα, Μπουργκάς, Σλίβεν και Γιάμπολ, και πάνω από 20 στο εξωτερικό. Οι παραστάσεις του παρουσιάζονται μεταξύ άλλων στο θέατρο “Groteska” της Κρακοβίας, στην σκηνή του Εθνικού Θεάτρου της Αθήνας, στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, στο Θεσσαλικό Θέατρο Λαρίσσης, στο Νέο Θέατρο, στο Θέατρο Σοφούλη και στο Αμερικανικό Κολλέγιο της Θεσσαλονίκης.

Ο σκηνοθέτης δημιουργεί και στο χώρο του τηλεοπτικού θεάτρου. Το 1981 έκανε την παράσταση „Το μικρό ηλιοτρόπιο” για την Пολωνική κρατική τηλεόραση, ενώ το 1992 τα „Τέσσερα παραμύθια ενός  δράκου” για την Βουλγαρική κρατική τηλεόραση. Είναι κάτοχος πολλών βραβείων και διακρίσεων. Είναι σύζυγος της Βουλγάρας ηθοποιού Πλαμένα Γκέτοβα. Με την www.grreporter.info μιλάει για την δουλειά του ως Διευθυντής του Κρατικού Κουκλοθεάτρου Σόφιας, για τα όνειρα σχετικά με την τέχνη να κάνει θέατρο για παιδιά και για τις τρεις πατρίδες του…

- Τι σημαίνει να είναι κανείς διευθυντής κουκλοθεάτρου; Ένταση, ευθύνη, ικανοποίηση;

- Αυτό είναι ένα μεγάλο θέμα. Αφ’ ενός είσαι ικανοποιημένος ότι κάνεις αυτό που ονειρευόσουν, ότι είσαι στον χώρο της τέχνης και της δημιουργίας, αφ’ ετέρου αυτό που θέλεις να κάνεις δεν γίνεται πάντα την περίοδο που θα ήθελες και νόμιζες ότι θα το κάνεις. Τα πάντα αλλάζουν, πρέπει να αλλάξει και το θέατρο. Πρέπει να αλλάξουν και οι συνθήκες υπό τις οποίες εργάζεσαι. Αυτό απαιτεί πάρα πολλές ποροσπάθειες, ώστε να πείσεις θεσμούς και οργανισμούς, ότι το πράγμα αυτό πρέπει να γίνει, ότι έχουμε μπει σε μια άλλη περίοδο του πολιτισμού μας. Επειδή κι εμείς αποτελούμε μέρος της αντιμετώπισης της νέας γενιάς και πρέπει να μιλάμε με άλλο τρόπο μαζί της. Ο διάλογος πρέπει να είναι σύγχρονος και να ταιριάζει με αυτό που επιδιώκουμε. Δεν μπορούμε να μιλάμε στην σκηνή για ομορφιές, για παραμύθια, και το θέατρό μας να είναι παλαιό, άσχημο, και κάθε ζαχαροπλαστείο λίγο πιο πολυτελές να είναι πιο ελκυστικό απ’ αυτό, διότι κι αυτό επηρεάζει τις αισθήσεις του ανθρώπου.

- Ποιο πράγμα κάνει το βουλγαρικό κουκλοθέατρο διαφορετικό;

- Στη Βουλγαρία υπάρχει σχολή, επειδή στην Εθνική Ακαδημία Θεατρικής και Κινηματογραφικής Τέχνης (NATFIZ) διδάσκονται αυτές οι ειδικότητες - δραματική τέχνη κουκλοθεάτρου, σκηνοθεσία, σκηνογραφία. Και αυτό καθιστά τους νέους απόφοιτους της Ακαδημίας μεγαλύτερους επαγγελματίες. Το επίπεδο είναι υψηλό, αλλά αν κοιτάξουμε στον κόσμο, βλέπουμε ότι όπου έχει σαφείς κανόνες ύπαρξης και υποστήριξης θεατρικών θιάσων, παρ’ όλο που οι άνθρωποι δεν έχουν αυτό τον επαγγελματισμό, εξισορροπούν με ιδέες και αναζητήσεις. Και με πειράματα στην ανάπτυξη ξεχωριστού στυλ επικοινωνίας με το κοινό, με την παραστατικότητα του έργου. Αυτό βάζει την βουλγαρική σχολή σε μια κάπως αλλαζονική και υπεροπτική στάση. Βλέπω όμως, ότι το τείχος αυτό αρχίζει και ραγίζει... Εγώ προσωπικά προσπαθώ να δώσω στους νέους περισσότερες δυνατότητες πειραματισμού, αναζήτησης νέων σχημάτων. Και πρέπει να σας πω, ότι τα καταφέρνω πολύ δύσκολα. Άλλο ένα πράγμα το οποίο επηρεάζει πολύ την κατάσταση, στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή το θέατρο στη Βουλγαρία, είναι ότι δημιουργούνται στελέχη, ενώ τα ίδια τα θέατρα συρρικνώνονται. Κι εδώ πάλι επανερχόμαστε στο ζήτημα για την φυγή νέων και ταλαντούχων ανθρώπων, που αναζητούν την εξέλιξή τους στο εξωτερικό. Όταν τελειώσουν την NATFIZ και δεν καταφέρουν να “πωληθούν” στην αγορά, η οποία έχει συρρικνωθεί, διότι οι θίασοι είναι λίγοι, ή επειδή οι θίασοι στην επαρχία δεν ανταποκρίνονται στο επίπεδο των θεάτρων της πρωτεύουσας, αναγκάζονται να ψάχνουν για δουλειά στο εξωτερικό. Υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι νέοι που δουλεύουν στην Ισπανία, την Ολλανδία, την Τσεχία και την Πολωνία. Στα πολωνικά θέατρα βρήκα τρεις Βούλγαρους ηθοποιούς. Άλλοι πάλι εγκαταλείπουν το επάγγελμα και αρχίζουν να ασχολούνται με κάτι άλλο. Βλέπω πολλούς ηθοποιούς που δουλεύουν ως PR, καθώς και σε διοικητικές θέσεις στο χώρο των συγκοινωνιών ή των τηλεπικοινωνιών. Είναι μεγάλη έκπληξη για μένα ότι ακολουθούν αυτή την κατεύθυνση, και όχι τον χώρο του θεάτρου. Προφανώς όμως εδώ παίρνουν μια καλή εκπαίδευση που τους βοηθάει να «πλασάρουν» τον εαυτό τους στον σύγχρονο κόσμο.

- Πώς είναι το κοινό του κουκλοθεάτρου στη Βουλγαρία;

- Όσο παράξενα κι αν ακούγεται, το παιδικό κοινό είναι πολύ ευγνώμον, δεν μπορείς εύκολα να το ξεγελάσεις. Παντού όμως είναι ίδιο. Όπου και να ήμουν, με δικές μας παραστάσεις ή σε ξένες, βλέπω ότι τα παιδιά είναι ίδια. Βέβαια, πολύ καθαρά φαίνεται ότι σε χώρες όπου υπάρχουν αυστηροί κανόνες, τα παιδιά είναι κατά κάποιον τρόπο διαφορετικά από τα δικά μας. Όχι ως προς την συναισθηματικότητα, αλλά επειδή έχουν μάθει να τηρούν τους κανόνες. Το ότι εκεί υπάρχουν κανόνες μπορεί να το νιώσει κανείς. Βλέπεις ότι εκεί δουλεύουν περισσότερο με τα παιδιά προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν μιλάω για την διανοητικότητα και για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά για το ότι τα μαθαίνουν να γίνονται πολίτες μιας κοινωνίας στην οποία υπάρχουν κανόνες. Και τους τηρούν. Ενώ σε μας τα παιδιά έχουν αφεθεί να ζουν στα συναισθήματά τους. Σ’ εκείνες τις χώρες τα παιδιά ξέρουν ότι σε κάποιο μέρος μπορείς να δείξεις συναίσθημα, ενώ σε άλλο μέρος δεν επιτρέπεται.

- Ποιο είναι το όνειρό σας ως Διευθυντής του Κρατικού Κουκλοθεάτρου Σόφιας;

- Ο άνθρωπος ονειρεύεται μόνο ένα πράγμα. Και αυτό είτε είναι ανέφικτο, είτε κάποια στιγμή γίνεται βαρετό. Λες: „Αυτό το όνειρο δεν είναι καλύτερο από εκείνο.” Το όνειρό μου είναι, ενώ βρίσκομαι σε αυτό το θέατρο, να το κάνω ένα “διαφορετκό θέατρο” με την καλή έννοια της λέξης, και να πείσω το Δήμο, ότι η Σόφια χρειάζεται ένα καινούριο κουκλοθέατρο. Παρά την κρίση. Επειδή αυτή αργά ή γρήγορα θα τελειώσει. Και το έχω πετύχει στο 70-80%. Πρέπει να ετοιμάσουμε τα πράγματα προς αυτή την κατεύθυνση – να χτιστεί ένα πραγματικά όμορφο, άνετο, ελκυστικό νέο κουκλοθέατρο, το οποίο να είναι και κέντρο εκπαίδευσης παιδιών. Ένα μέρος, το οποίο να είναι κέντρο δημιουργίας της τέχνης για τα παιδιά. Αλλά και τα ίδια τα παιδιά να γνωρίσουν το θέατρο, το πώς γίνεται μια παράσταση, και τα ίδια τα παιδιά να κάνουν θέατρο.

- Πώς αισθάνεστε ως Έλληνας που γεννήθηκε στην Πολωνία και ζει στην Βουλγαρία; Πολίτης της Ευρώπης, του κόσμου;

- Ναι, υπάρχει κάτι τέτοιο (γελάει). Κοιτάξτε, εγώ πάντα ήλπιζα ότι κάποια στιγμή τα σύνορα θα καταργηθούν. Ήταν σκέτη τρέλα να ζεις σε μια πολτισμένη χώρα, που είναι μέρος της Ευρώπης, και να υπάρχουν σύνορα. Ήμουν σίγουρος ότι μια μέρα θα καταργηθούν. Και να που έγινε. Το ότι στα σύνορα δεν σου κάνουν έλεγχο πια είναι το πιο ωραίο πράγμα που μπορεί να συμβεί στη ζωή ενός ανθρώπου.

- Тρεις πατρίδες, τρεις οικείες γλώσσες, τρεις πολιτισμοί… Δεν χάνεστε κάποια στιγμή; Γλωσσολόγοι λένε ότι όσες γλώσσες μιλάμε τόσες φορές είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι…

- Δεν μπερδεύομαι με τις τρεις πατρίδες μου. Έχω ξεκαθαρίσει ποιος είμαι και τι θέλω. Είναι πράγματι ένας πλούτος. Είναι ωραίο να μπορείς να πεις – ναι, κι αυτή είναι πατρίδα μου!

- Τι θυμάστε πιο έντονα από τη ζωή σας στην Πολωνία;

- Εκεί έζησα τα καλύτερά μου χρόνια, τα παιδικά. Είναι μια περίοδος της ζωής, κατά την οποία ο άνθρωπος δεν ασχολείται με την πολιτική, δεν κάνει σχέδια για το μέλλον του…Ζει πιο αληθινά, πιο συναισθηματικά, πιο καθαρά από ποτέ. Υπό αυτή την έννοια οι αναμνήσεις μου είναι θαυμάσιες. Παρ’ όλο που τότε στην Πολωνία ζούσαμε τα πολύ δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια. Εγώ στην ουσία έχω αποτυπώσει στην συνείδησή μου ως εικόνα, ήχο και μυρωδιά, αν θέλετε, πολλά πράγματα. Για παράδειγμα ανεξάρτητα από το πού βρισκόμουν αναγνώριζα τους Ρώσους από τη μυρωδιά τους. Ήταν πολύ παράξενο. Ζούσα στην Λέγκνιτσα και κοντά στο σπίτι μας είχαν εγκατασταθεί τα ρωσικά στρατεύματα με το επιτελείο τους. Εμείς τα παιδιά επικοινωνούσαμε με τον δικό μας παιδικό τρόπο με όλους αυτούς τους στρατιώτες και περνούσαμε την ημέρα μας ανάμεσά τους. Και στη συνείδησή μου έχει μείνει μια μυρωδιά. Υπάρχουν μάλιστα και περιπτώσεις όταν περνάω δίπλα από κάποιους Ρώσους και λέω: А, αυτοί είναι Ρώσοι! Γυρίζω για να δω αν είναι έτσι και πράγματι είναι Ρώσοι. Υπάρχει μια παράξενη και χαρακτηριστική μυρωδιά που αισθάνομαι. Ίσως καπνού…

- Είστε ένας άνθρωπος με τρεις πατρίδες. Επιλέξατε να ζήσετε ωστόσο στη Βουλγαρία…Ποια ήταν η αιτία γι’ αυτή την επιλογή σας;

- Ναι, έχω τρεις πατρίδες. Σίγουρα τα παιδικά μου χρόνια έχουν αποτυπωθεί βαθιά στη συνείδησή μου. Το δεύτερο μέρος, το πιο συνειδητό, όταν μπαίνεις πλέον στην εφηβεία, όταν αρχίζεις να συνειδητοποιείς τα πράγματα, να τα αναζητάς, και να τα σκέφτεσαι, πέρασε στη Βουλγαρία. Έκανα μια προσπάθεια να εγκατασταθώ στην Ελλάδα, αλλά ήμουν ήδη παντρεμένος εδώ, στη Βουλγαρία. Η σύζυγός μου είχε ένα επάγγελμα που δεν επέτρεπε την ύπαρξη γλωσσικού εμποδίου, κι έτσι δέχθηκα να εγκατασταθούμε στη Σόφια. Το επάγγελμά μου, του σκηνοθέτη, μου επιτρέπει να είμαι πιο ελεύθερος, να ταξιδεύω και να επιστρέφω χωρίς κανένα πρόβλημα. Για τη γυναίκα μου όμως το ταξίδι υπήρξε πρόβλημα. Αργότερα γεννήθηκαν και οι δύο κόρες μου. Άρχισαν να σπουδάζουν, δημιούργησαν το περιβάλλον τους, παρ’ όλο που τα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα. Πάντα είχα την ελπίδα ότι τα πράγματα θα αλλάξουν και η Βουλγαρία θα μεγαλώσει σε αυτά τα χρόνια. Το ήλπιζα πολύ κι όμως δεν συνέβη.

- Δεν συνέβη…;

- Ε, 20 χρόνια μετάβασης είναι ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Έγινε μια άγρια δημοκρατία. Εξαφανίστθηκε ο έλεγχος, εξαφανίσθηκαν και οι κανόνες, ενώ καινούριοι δεν εμφανίσθηκαν. Στην Πολωνία τα πράγματα εξελίχθηκαν με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο…Ίσως το πνεύμα του Πολωνού συνδέεται με έναν πολύ έντονο πατριωτισμό. Ενώ στη Βουλγαρία ο καθένας μπορεί να βρίσει την πατρίδα του, ο Πολωνός δε θα κάνει ποτέ τέτοιο πράγμα. Μπορεί να έρθει σε βαθιά σύγκρουση μαζί σου, αν προσβάλεις την πατρίδα του. Ο Βούλγαρος, μπορεί να προσβάλεις την πατρίδα του και να μην αντιδράσει. Η δύναμη βρίσκεται στον εθνικισμό, που δεν περνάει τα όρια του σοβινισμού. Ο Πολωνός έχει ένα δημιουργικό πνεύμα, που του επέτρεψε να διατηρήσει τον εαυτό του σε εκείνο το καθεστώς του κομμουνισμού. Να υπερασπίσει την άποψη και τη θέση του. Πάντα κοιτούσε όλο αυτό το καθεστώς με δυσπιστία, ειρωνεία και κακοβουλία. Δεν συμβιβαζόταν ποτέ. Ενώ στους Βούλγαρους τα πράγματα κάπως αφομιώθηκαν. Τα δεδομένα έγιναν δεκτά πολύ γρήγορα.

- Πώς θα σχολιάσετε τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκαν τα πράγματα στην Ελλάδα;

- Θα έλεγα ότι οι ΈΛληνες λόγω της ιδιοσυγκρασίας τους είναι συναισθηματικοί πατριώτες. Τώρα τα πράγματα είναι περίπλοκα λόγω της δυσπιστίας που εμφανίσθηκε. Σημειώθηκε μια ανατροπή στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, στην εμπιστοσύνη προς τις πολιτικές παρατάξεις. Ο απλός Έλληνας πολίτης αισθάνθηκε ξεγελασμένος…Οι Έλληνες ξεπέρασαν τους πολέμους, εννοώ και τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και τον Εμφύλιο, και έφτασαν στο κλείσιμο του βιβλίου. Το βιβλίο όμως είχε διαβαστεί. Ενώ στη Βουλγαρία αυτό δεν συνέβη…Στην Πολωνία έφτασαν ως ένα σημείο στο διάβασμα του βιβλίου. Στην Ελλάδα το διάβασαν μέχρι το τέλος, το έκλεισαν και όλοι πιστεύουν ότι αυτά που συνέβησαν κατά την περίοδο 1946-1949-1950 ήταν ένας φονικός εμφύλιος πόλεμος. Όλοι έσκυψαν το κεφάλι. Και οι δύο πλευρές αναγνώρισαν την ευθύνη τους. Στη Βουλγαρία αυτό δεν έχει συμβεί ακόμη. Ούτε οι πρώην κομμουνιστές, ούτε οι τωρινοί σοσιαλιστές, δεν ζήτησαν συγνώμη από τον ίδιο τον λαό τους για τα χρόνια τρομοκρατίας και σκοταδιού.

- Ποια είναι η γνώμη σας για την νέα γενιά Ελλήνων; Ένα μεγάλο μέρος από αυτούς σήμερα μεταναστεύουν.

- Μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο στην Ελλάδα άρχισε μια μετανάστευση η οποία ήταν οικονομική. Ανάμεσα στους μετανάστες ήταν και ο παππούς μου, ο οποίος έφυγε για την Αυστραλία. Ο άλλος παππούς μου έφυγε για την Αμερική. Και οι δύο τους ξεκίνησαν για καθαρά οικονομικούς λόγους, για να κερδίσουν χρήματα και να επιβιώσουν οι οικογένειές τους. Επειδή η πείνα και η φτώχεια ήταν τεράστιες στην Ελλάδα. Η Ελλάδα άρχισε να αναπτύσσεται όταν έγινε μια από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η υποδομή βελτιώθηκε με τα ευρωπαϊκά χρήματα. Μπήκαν πολλά χρήματα στην χώρα, αλλά και πολλά έκαναν φτερά. Είναι πράγματα τα οποία συμβαίνουν και στη Βουλγαρία, δυστυχώς… «Διαρροή μυαλών και ταλέντων» υπήρξε και άλλοτε. Η ελληνική διασπορά βρίσκεται σε όλο τον κόσμο. Ο καθένας ψάχνει να ζήσει όπου τον βολεύει ή όπου αισθάνεται πιο σταθερός οικονομικά. Είναι μια κανονική διαδικασία. Θα υπάρχει μια διαρροή ταλαντούχων ανθρώπων. Είναι άνθρωποι που εκτιμούν το ταλέντο τους, ξέρουν ότι αποτελούν μια κατηγορία ανθρώπων για τους οποίους υπάρχει “ζήτηση”. Γι’ αυτούς ο κόσμος είναι ανοιχτός. Δυστυχώς στην Ελλάδα σημειώθηκαν εξελίξεις που επηρέασαν επιπλέον την έλλειψη πίστης των νέων ότι τα πράγματα είναι καθαρά. Δεν εμπιστεύονται τους πολιτικούς. Και για το λόγο αυτό ψάχνουν να βρουν χώρες, στις οποίες θα μπορούσαν να αισθάνονται καλύτερα.

- Οι νέοι ψάχνουν να βρουν χώρες, όπου υπάρχουν κανόνες, οι οποίοι τηρούνται. Είναι αρκετά θλιβερό για την Ελλάδα…

- Ναι. Και να έχετε υπόψη ότι πολλοί από τους Έλληνες που έφυγαν στο εξωτερικό, κυρίως στη Γερμανία, την Ολλανδία, τη Δανία και τον Καναδά, δεν ήταν ειδικοί. Εκεί έφευγαν οικογένειες που δούλευαν στον κλάδο των υπηρεσιών. Δεν υπήρξε μαζική φυγή διανοουμένων. Ίσως τώρα κι αυτοί αναγκάζονται να φύγουν, διότι η εκπαίδευση εισήλθε πολύ βαθιά στην κοινωνία, αναπτύχθηκε. Τώρα υπάρχουν πολύ περισσότεροι απόφοιτοι Α. Ε. Ι., ειδικοί σε ορισμένο τομέα. Και όταν πάνε για εξειδίκευση σε μια πιο ανεπτυγμένη χώρα, μένουν εκεί, επειδή έχουν περισσότερες ευκαιρίες.

- Η νέα γενιά Ελλήνων έχει έναν άλλο, πιο σύγχρονο τρόπο σκέψης. Θεωρεί όμως ότι δεν μπορεί να τον εφαρμόσει στη χώρα. Ενώ η Ελλάδα χρειάζεται αυτούς τους ανθρώπους.

- Ναι, εγώ προσωπικά ένιωσα ότι μια νέα γενιά έχει γεννηθεί και εισέλθει στην Ελλάδα. Είναι η γενιά που γεννήθηκε μετά τη δεκαετία του ’90. Ένιωσα ότι υπάρχει ένα νέο κύμα και μια γενιά, που έρχεται να αντικαταστήσει την παλιά. Αυτό μπορεί να το νιώσει κανείς ακόμη και στον πολιτισμό, αν θέλετε. Εγώ δουλεύω πολύ στο χώρο του θεάτρου. Και εκεί αισθάνθηκα ότι μπαίνουν κάτι νέοι άνθρωποι, που έχουν έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης, βλέπουν τον κόσμο διαφορετικά, πιο σύγχρονα.

- Ποια είναι τα αγαπημένα σας μέρη στην Ελλάδα;

- Η Ελλάδα, όπως και η Βουλγαρία, είναι μια πολύ όμορφη χώρα. Μου αρέσουν τα μέρη, όπου ο πολιτισμός μπαίνει μόνο την περίοδο του τουρισμού. Είναι τα μικρά νησιά, όπου δεν μπορεί να μπει αυτοκίνητο. Εκεί είναι η ομορφιά και οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί. Ο τρόπος ζωής τούς κάνει πιο ανθρώπινους, πιο καθαρούς, πιο αληθινούς. Αλλιώς ο τεχνοκρατισμός μάς άλλαξε τελείως όλους μας. Εκεί η συνάντηση με τη φύση και με αυτούς τους ανθρώπους είναι απλώς ανεπανάληπτη. Εδώ για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια πήγα στη Μαύρη θάλλασα και σοκαρίστηκα, όταν είδα πώς έχουν χτίσει ξενοδοχεία παντού, άγρια. Ο πολιτισμός εισέβαλε άγρια στη ζωή μας. Αλλά αυτό δεν είναι πολιτισμός, είναι σκέτη λεηλασία…

Tags: Κυριάκος Αργυρόπουλος κουκλοθέατρο σκηνοθέτης παραγωγός
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ!
Το περιεχόμενο του GRReporter φτάνει σε σας δωρεάν 7 ημέρες την εβδομάδα. Δημιουργείται από μια ομάδα επαγγελματιών δημοσιογράφων, μεταφραστών, φωτογράφων, εικονοληπτών, ειδικών λογισμικού, γραφικών σχεδιαστών. Αν σας αρέσει η δουλειά μας και την παρακολουθείτε, σκεφτείτε μήπως θα θέλατε να μας υποστηρίξετε οικονομικά με ποσό που επιθυμείτε.
Subscription
Μπορείτε να μας βοηθήσετε και με εφάπαξ αποστολή οποιουδήποτε ποσού:
blog comments powered by Disqus