O Κυριάκος Αργυρόπουλος
O Κυριάκος Αργυρόπουλος είναι σκηνοθέτης και παραγωγός παραστάσεων για το κουκλοθέατρο. Έχει ανεβάσει πάνω από 60 έργα στη θεατρική σκηνή της Σόφια, Βάρνα, Μπουργκάς, Σλίβεν και Γιάμπολ, και πάνω από 20 στο εξωτερικό. Οι παραστάσεις του παρουσιάζονται μεταξύ άλλων στο θέατρο “Groteska” της Κρακοβίας, στην σκηνή του Εθνικού Θεάτρου της Αθήνας, στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, στο Θεσσαλικό Θέατρο Λαρίσσης, στο Νέο Θέατρο, στο Θέατρο Σοφούλη και στο Αμερικανικό Κολλέγιο της Θεσσαλονίκης.
Ο σκηνοθέτης δημιουργεί και στο χώρο του τηλεοπτικού θεάτρου. Το 1981 έκανε την παράσταση „Το μικρό ηλιοτρόπιο” για την Пολωνική κρατική τηλεόραση, ενώ το 1992 τα „Τέσσερα παραμύθια ενός δράκου” για την Βουλγαρική κρατική τηλεόραση. Είναι κάτοχος πολλών βραβείων και διακρίσεων. Είναι σύζυγος της Βουλγάρας ηθοποιού Πλαμένα Γκέτοβα. Με την www.grreporter.info μιλάει για την δουλειά του ως Διευθυντής του Κρατικού Κουκλοθεάτρου Σόφιας, για τα όνειρα σχετικά με την τέχνη να κάνει θέατρο για παιδιά και για τις τρεις πατρίδες του…
- Τι σημαίνει να είναι κανείς διευθυντής κουκλοθεάτρου; Ένταση, ευθύνη, ικανοποίηση;
- Αυτό είναι ένα μεγάλο θέμα. Αφ’ ενός είσαι ικανοποιημένος ότι κάνεις αυτό που ονειρευόσουν, ότι είσαι στον χώρο της τέχνης και της δημιουργίας, αφ’ ετέρου αυτό που θέλεις να κάνεις δεν γίνεται πάντα την περίοδο που θα ήθελες και νόμιζες ότι θα το κάνεις. Τα πάντα αλλάζουν, πρέπει να αλλάξει και το θέατρο. Πρέπει να αλλάξουν και οι συνθήκες υπό τις οποίες εργάζεσαι. Αυτό απαιτεί πάρα πολλές ποροσπάθειες, ώστε να πείσεις θεσμούς και οργανισμούς, ότι το πράγμα αυτό πρέπει να γίνει, ότι έχουμε μπει σε μια άλλη περίοδο του πολιτισμού μας. Επειδή κι εμείς αποτελούμε μέρος της αντιμετώπισης της νέας γενιάς και πρέπει να μιλάμε με άλλο τρόπο μαζί της. Ο διάλογος πρέπει να είναι σύγχρονος και να ταιριάζει με αυτό που επιδιώκουμε. Δεν μπορούμε να μιλάμε στην σκηνή για ομορφιές, για παραμύθια, και το θέατρό μας να είναι παλαιό, άσχημο, και κάθε ζαχαροπλαστείο λίγο πιο πολυτελές να είναι πιο ελκυστικό απ’ αυτό, διότι κι αυτό επηρεάζει τις αισθήσεις του ανθρώπου.
- Ποιο πράγμα κάνει το βουλγαρικό κουκλοθέατρο διαφορετικό;
- Στη Βουλγαρία υπάρχει σχολή, επειδή στην Εθνική Ακαδημία Θεατρικής και Κινηματογραφικής Τέχνης (NATFIZ) διδάσκονται αυτές οι ειδικότητες - δραματική τέχνη κουκλοθεάτρου, σκηνοθεσία, σκηνογραφία. Και αυτό καθιστά τους νέους απόφοιτους της Ακαδημίας μεγαλύτερους επαγγελματίες. Το επίπεδο είναι υψηλό, αλλά αν κοιτάξουμε στον κόσμο, βλέπουμε ότι όπου έχει σαφείς κανόνες ύπαρξης και υποστήριξης θεατρικών θιάσων, παρ’ όλο που οι άνθρωποι δεν έχουν αυτό τον επαγγελματισμό, εξισορροπούν με ιδέες και αναζητήσεις. Και με πειράματα στην ανάπτυξη ξεχωριστού στυλ επικοινωνίας με το κοινό, με την παραστατικότητα του έργου. Αυτό βάζει την βουλγαρική σχολή σε μια κάπως αλλαζονική και υπεροπτική στάση. Βλέπω όμως, ότι το τείχος αυτό αρχίζει και ραγίζει... Εγώ προσωπικά προσπαθώ να δώσω στους νέους περισσότερες δυνατότητες πειραματισμού, αναζήτησης νέων σχημάτων. Και πρέπει να σας πω, ότι τα καταφέρνω πολύ δύσκολα. Άλλο ένα πράγμα το οποίο επηρεάζει πολύ την κατάσταση, στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή το θέατρο στη Βουλγαρία, είναι ότι δημιουργούνται στελέχη, ενώ τα ίδια τα θέατρα συρρικνώνονται. Κι εδώ πάλι επανερχόμαστε στο ζήτημα για την φυγή νέων και ταλαντούχων ανθρώπων, που αναζητούν την εξέλιξή τους στο εξωτερικό. Όταν τελειώσουν την NATFIZ και δεν καταφέρουν να “πωληθούν” στην αγορά, η οποία έχει συρρικνωθεί, διότι οι θίασοι είναι λίγοι, ή επειδή οι θίασοι στην επαρχία δεν ανταποκρίνονται στο επίπεδο των θεάτρων της πρωτεύουσας, αναγκάζονται να ψάχνουν για δουλειά στο εξωτερικό. Υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι νέοι που δουλεύουν στην Ισπανία, την Ολλανδία, την Τσεχία και την Πολωνία. Στα πολωνικά θέατρα βρήκα τρεις Βούλγαρους ηθοποιούς. Άλλοι πάλι εγκαταλείπουν το επάγγελμα και αρχίζουν να ασχολούνται με κάτι άλλο. Βλέπω πολλούς ηθοποιούς που δουλεύουν ως PR, καθώς και σε διοικητικές θέσεις στο χώρο των συγκοινωνιών ή των τηλεπικοινωνιών. Είναι μεγάλη έκπληξη για μένα ότι ακολουθούν αυτή την κατεύθυνση, και όχι τον χώρο του θεάτρου. Προφανώς όμως εδώ παίρνουν μια καλή εκπαίδευση που τους βοηθάει να «πλασάρουν» τον εαυτό τους στον σύγχρονο κόσμο.
- Πώς είναι το κοινό του κουκλοθεάτρου στη Βουλγαρία;
- Όσο παράξενα κι αν ακούγεται, το παιδικό κοινό είναι πολύ ευγνώμον, δεν μπορείς εύκολα να το ξεγελάσεις. Παντού όμως είναι ίδιο. Όπου και να ήμουν, με δικές μας παραστάσεις ή σε ξένες, βλέπω ότι τα παιδιά είναι ίδια. Βέβαια, πολύ καθαρά φαίνεται ότι σε χώρες όπου υπάρχουν αυστηροί κανόνες, τα παιδιά είναι κατά κάποιον τρόπο διαφορετικά από τα δικά μας. Όχι ως προς την συναισθηματικότητα, αλλά επειδή έχουν μάθει να τηρούν τους κανόνες. Το ότι εκεί υπάρχουν κανόνες μπορεί να το νιώσει κανείς. Βλέπεις ότι εκεί δουλεύουν περισσότερο με τα παιδιά προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν μιλάω για την διανοητικότητα και για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά για το ότι τα μαθαίνουν να γίνονται πολίτες μιας κοινωνίας στην οποία υπάρχουν κανόνες. Και τους τηρούν. Ενώ σε μας τα παιδιά έχουν αφεθεί να ζουν στα συναισθήματά τους. Σ’ εκείνες τις χώρες τα παιδιά ξέρουν ότι σε κάποιο μέρος μπορείς να δείξεις συναίσθημα, ενώ σε άλλο μέρος δεν επιτρέπεται.
- Ποιο είναι το όνειρό σας ως Διευθυντής του Κρατικού Κουκλοθεάτρου Σόφιας;